Το Until Dawn, που αρχικά κυκλοφόρησε το 2015 στο PlayStation 4, αποτέλεσε σημείο αναφοράς για την Supermassive Games, καθιερώνοντάς την στον χώρο των παιχνιδιών τρόμου. Σχεδόν δέκα χρόνια αργότερα, ήρθε το remake του τίτλου υπό την επιμέλεια της Ballistic Moon, όπου διατήρησε τη βασική δομή του αρχικού παιχνιδιού χωρίς τρελές αλλαγές.
Ωστόσο, το remake προσφέρει αρκετές σημαντικές αναβαθμίσεις, τόσο στον τομέα των γραφικών όσο και στην αφήγηση, ενώ οι κύριοι μηχανισμοί παραμένουν ίδιοι με τον αρχικό τίτλο. Ας ξεκινήσουμε όμως από την αρχή.
Στο Until Dawn, όπως συμβαίνει με κάθε remake, η πιο αξιοσημείωτη βελτίωση αφορά τον οπτικό τομέα, και εδώ οι αλλαγές είναι εντυπωσιακές. Η μετάβαση στην Unreal Engine 5 από την Decima Engine του αρχικού τίτλου αναδεικνύει το παιχνίδι σε νέα επίπεδα, με αναβαθμισμένα γραφικά που προσδίδουν έναν πρωτόγνωρο ρεαλισμό.
Οι χαρακτήρες έχουν ανανεωθεί πλήρως, με πιο φυσικές κινήσεις και εκφράσεις προσώπου, ενισχύοντας την αληθοφάνεια κατά τη διάρκεια των έντονων δραματικών σκηνών. Η αναβάθμιση στα γραφικά βελτιώνει ουσιαστικά την ατμόσφαιρα, προσφέροντας πλούσια λεπτομέρεια στα περιβάλλοντα, ενώ ο προηγμένος φωτισμός και οι ρεαλιστικές αντανακλάσεις δημιουργούν μια πιο ζωντανή και καθηλωτική εμπειρία.
Ο ήχος διαδραματίζει εξίσου σημαντικό ρόλο στη δημιουργία του κλίματος του τρόμου. Μερικοί βρίσκονται στα περιβάλλοντα, τα βήματα στο δάσος αλλά και στην φύση, σε συνδυασμό με τα τρομακτικά ηχητικά εφέ, συνεισφέρουν στη δημιουργία μιας απόλυτα ατμοσφαιρικής εμπειρίας, εναρμονίζοντας τον οπτικό και ακουστικό κόσμο του παιχνιδιού.
Παρά τις δυνατότητες της νέας γενιάς, το Until Dawn εξακολουθεί να αντιμετωπίζει ορισμένα ζητήματα απόδοσης, κυρίως λόγω του ότι είναι κλειδωμένο στα 30fps. Αν και τα 30fps δεν είναι απαραίτητα προβληματικά, δεδομένου ότι πρόκειται για έναν τίτλο που δίνει έμφαση στην αφήγηση και την κινηματογραφική εμπειρία, το μεγαλύτερο ζήτημα είναι η αστάθεια σε αυτήν την απόδοση. Οι πτώσεις στα καρέ είναι συχνές, κάτι που επηρεάζει αρνητικά τη συνολική εμπειρία.
Επιπλέον, ο τίτλος υποφέρει από διάφορα τεχνικά προβλήματα. Τα crashes, η απώλεια ήχου που απαιτεί την επανεκκίνηση του για να φτιάξει, καθώς και τα απότομα κοψίματα σε κρίσιμες σκηνές τρόμου, περιορίζουν την εμβάθυνση και χαλάνε το συνολικό κλίμα τρόμου. Παρά τις βελτιώσεις στο οπτικό κομμάτι, αυτά τα ζητήματα υποβαθμίζουν την εμπειρία, θέτοντας εμπόδια στην πλήρη απόλαυση του παιχνιδιού.
Ένα ακόμα σημείο που δημιουργεί προβλήματα στο remake του Until Dawn είναι η αλλαγή στο UI, ειδικά στον τρόπο εμφάνισης των Quick Time Events (QTEs). Στην αρχική έκδοση, τα κουμπιά συνοδεύονταν από το αντίστοιχο χρώμα τους, διευκολύνοντας την αναγνώρισή τους. Στο remake, ωστόσο, παρουσιάζονται σε ασπρόμαυρη μορφή, κάτι που σε ορισμένες περιπτώσεις καθιστά δύσκολη την οπτική διάκριση, καθώς συχνά συγχέονται με το περιβάλλον στο παρασκήνιο. Αυτή η αλλαγή μπορεί να οδηγήσει σε λάθη, με αποτέλεσμα τον θάνατο χαρακτήρων, κάτι που ενδέχεται να απογοητεύσει τους παίκτες, επηρεάζοντας την εμπειρία του τίτλου.
Πέρα από τις αξιοσημείωτες γραφικές βελτιώσεις, το παιχνίδι φέρνει καινούργιο περιεχόμενο που εμπλουτίζει την εμπειρία των παικτών. Νέοι διάλογοι προσθέτουν βάθος στους χαρακτήρες, ενώ νέα σημεία για εξερεύνηση, γεμάτα με collectibles και αλληλεπιδράσεις, ενισχύουν την αίσθηση της ανακάλυψης. Παράλληλα, έχουν προστεθεί νέες σκηνές, όπως μια στον πρόλογο και ένα εναλλακτικό τέλος για έναν χαρακτήρα, προσφέροντας μεγαλύτερη αφηγηματική ουσία και νέα στοιχεία στην πλοκή.
Μια σημαντική προσθήκη είναι το Hunger Totem, το οποίο εισάγει νέα οράματα, δημιουργώντας περισσότερη ένταση και περιπλέκοντας την αφήγηση. Αυτή η νέα πτυχή εμπλουτίζει το σύστημα των Totems, προσφέροντας μια φρέσκια εμπειρία στους παίκτες.
Αλλαγές έχουν γίνει και στην κάμερα, με τη στατική να αντικαθίσταται από μια τρίτου προσώπου προοπτική, προσφέροντας μεγαλύτερη ευελιξία στο gameplay. Ωστόσο, το νέο soundtrack από τον Mark Korven δεν καταφέρνει να ξεπεράσει τη μουσική του Jason Graves, με αρκετούς παίκτες να το θεωρούν υποβάθμιση.
Το remake του Until Dawn αποτελεί μια εντυπωσιακή ανανέωση ενός από τα πιο δημοφιλή θρίλερ της προηγούμενης γενιάς κόνσολών, φέρνοντας στο προσκήνιο νέες τεχνολογικές δυνατότητες που ενισχύουν το οπτικό του αποτύπωμα. Ωστόσο, παρά τις φανερές βελτιώσεις, δεν καταφέρνει να φτάσει την τελειότητα, κυρίως λόγω κάποιων τεχνικών αδυναμιών που επηρεάζουν τη συνολική εμπειρία.
Η μετάβαση από την Decima Engine στην Unreal Engine 5 δεν ήταν μια απλή υπόθεση. Από τη μία πλευρά, η αναβάθμιση είναι φανερή: τα περιβάλλοντα, οι χαρακτήρες και οι λεπτομέρειες των textures είναι πλέον πιο ζωντανά και ρεαλιστικά. Τα γραφικά κάνουν ένα σημαντικό άλμα προς τα εμπρός, με το φως και τις σκιές να παίζουν καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία μιας έντονης ατμόσφαιρας, που ενισχύει την αίσθηση του τρόμου και της έντασης. Η αφαίρεση του μπλε φίλτρου της αρχικής έκδοσης προσδίδει μια πιο φυσική απεικόνιση, αν και κάποιοι μπορεί να θεωρήσουν ότι αφαιρεί από την καλλιτεχνική ταυτότητα του τίτλου.
Η ανανέωση του συστήματος κάμερας αποτελεί μια ευπρόσδεκτη αλλαγή, καθώς η τοποθέτησή της πίσω από τον παίκτη, σε συνδυασμό με την επανεπεξεργασία των στατικών λήψεων, προσφέρει μεγαλύτερη αίσθηση αγωνίας και βελτιώνει την κινηματογραφική αίσθηση του παιχνιδιού. Ο παίκτης αισθάνεται πλέον περισσότερο “μέσα” στη δράση, ενώ το αργό και σταθερό τέμπο του παιχνιδιού διατηρείται αναλλοίωτο, διατηρώντας την ταυτότητα που το Until Dawn είχε καθιερώσει από την αρχή.
Ωστόσο, το σημείο στο οποίο το remake δείχνει να υστερεί είναι τα animations, και ειδικότερα τα facial animations. Ενώ τα σωματικά animations παραμένουν επαρκή, οι εκφράσεις των χαρακτήρων συχνά φαίνονται άκαμπτες και λιγότερο εκφραστικές από ό,τι θα περιμέναμε από έναν σύγχρονο τίτλο. Είναι σαφές πως τα παλιά animations έχουν επαναχρησιμοποιηθεί, κάτι που είναι κατανοητό από άποψη χρόνου και κόστους, αλλά δεν δικαιολογείται σε ένα παιχνίδι αυτής της κατηγορίας.
Στον τομέα της απόδοσης, το παιχνίδι τρέχει στα 30fps με κάποιες πτώσεις σε ορισμένα σημεία, κάτι που μπορεί να ενοχλήσει τους πιο απαιτητικούς παίκτες. Η αρχική έκδοση αντιμετώπιζε παρόμοια ζητήματα, όμως το γεγονός ότι το remake δεν καταφέρνει να διατηρήσει σταθερά τα 60fps είναι ένα στοιχείο που δείχνει την ανάγκη για βελτιώσεις στο υλικό. Παρόλα αυτά, το 30fps δεν φαίνεται να επηρεάζει δραματικά την εμπειρία, δεδομένου του αργού ρυθμού του παιχνιδιού.
Συμπερασματικά, το remake του Until Dawn προσφέρει μια εντυπωσιακή αναβάθμιση στα γραφικά και στην ατμόσφαιρα, αλλά δεν καταφέρνει να ξεφύγει από ορισμένα τεχνικά εμπόδια. Για τους νέους παίκτες, αποτελεί μια εξαιρετική ευκαιρία να γνωρίσουν το παιχνίδι, ενώ οι παλιοί θα εκτιμήσουν τις βελτιώσεις, έστω κι αν δεν φτάνει την κορυφή της τελειότητας που θα ήλπιζαν.
Εν κατακλείδι, το Until Dawn Remake καταφέρνει να φέρει ουσιαστικές και εντυπωσιακές βελτιώσεις, καθιστώντας το έναν τίτλο που αξίζει την προσοχή τόσο των νέων παικτών όσο και εκείνων που είχαν ήδη ζήσει την εμπειρία του αρχικού παιχνιδιού. Η αναβάθμιση στον οπτικό τομέα είναι εντυπωσιακή, προσφέροντας μια φρέσκια προσέγγιση, ενώ οι νέοι μηχανισμοί και οι προσθήκες περιεχομένου ενισχύουν την αφήγηση, προσδίδοντας βάθος στους χαρακτήρες και τις επιλογές του παίκτη.
Παρά τις βελτιώσεις, το remake της Ballistic Moon δεν είναι τέλειο. Τα facial animations, ο αργός και δυσκίνητος χειρισμός χαρακτήρων όπως η απόδοση των 30fps και τα συχνά crashes σε συνδυασμό με την απώλεια του ήχου, εξακολουθούν να ταλαιπωρούν τον τίτλο, ενώ ορισμένα από τα αρνητικά σημεία του αρχικού παιχνιδιού παραμένουν άλυτα, περιορίζοντας την πλήρη δυναμική του remake.
Το Until Dawn Remake κυκλοφόρησε στις 4 Οκτωβρίου 2024 από την Sony και είναι διαθέσιμο για PlayStation 5 και PC (Steam). Το Review βασίστηκε στην έκδοση του παιχνιδιού για το PlayStation 5.
Ευχαριστούμε θερμά την PlayStation Greece για την παραχώρηση του key code για τις ανάγκες του review.